Έξω από τον ‘φράχτη’ ο εχθρός,
κανόνια ταράζουνε την πόλη
Ξυπόλητες μανάδες και αδελφές…
με τα μωρά στην αγκαλιά και με μικρά παιδιά,
γενίτσαροι μην γίνουν.
Γυναίκες μια άλλης εποχής ζωγραφική,
στα αντρικά ντυμένες,
με μάτια πράσινα κι άλλες με μαύρα
κι άλλες με καταγάλανα που τα έχουν οι ουρανοί τους…
Φωτιά πετούν τα μάτια τους
φωτιά και η καρδιά τους,
δεν δείλιασαν εμψύχωναν,
αυτές που γέννησαν Μεσολογγίτες!
Τασούλα του Γυφτογιαννη με το σπαθί στο χέρι,
Αλεφαντω στα αντρικά ντυμένη,
η Πιτούλαινα, με ήθος ανδρικό
και ό,λες οι Μεσολογγίτισσες
στην ΕΞΟΔΟ μαζί…
Κι όπως το βράδυ απλώνονταν μια νύχτα του Απρίλη
μπήκανε όλες στη γραμμή στον Αι Συμνιό να φτάσουν…
στο ένα χέρι το παιδί και στ’ άλλο το σπαθί
πολέμησαν σαν μια ψυχή για δέκα…
Σκοτάδι χωρίς ορίζοντα
ουρανός δίχως αστέρια,
μπαρούτι και φωτιά θάνατος έχει πέσει.
Η νύχτα άστραψε από του σπαθιού τις λάμψεις
και η λιμνοθάλασσα βάφτηκε στα χρώματα της δύσης…
Από τα κόκκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά.