Η πόρπη της Τζαβέλαινας – του Θωμά Κοροβίνη

Μαλαμοκαπνισμένο σκάλιζε ασήμι
μερόνυχτα
επιδέξιος μάστορας στο κόσμημα
Κυπριωτάκι δεκαεννιά χρονών
που το ’χε ρίξει η τύχη του στα ξένα
νομάς παραδαρμένος κι ορφανός
κι έβαζε τέχνη περισσή,
όλο του το είναι
ήθελε να χυθεί μες στο στολίδι
με την αγκράφα και με το γλωσσίδι το διπλό
να στερεώνει την πορφυρή τη φορεσιά της
μια κυρά
πανώρια και αρχοντική
που τα μυαλά του τού ’χε πάρει
κι ας ήταν απ’ αυτόν διπλή στα χρόνια
όταν κατέβηκε στα Γιάννενα επί τούτου
να παραγγείλει πόρπη ζηλευτή
με ρόδακες, ανθέμια και λαχούρια
με σχέδιο παρμένο απ’ τις Μυκήνες
να την ζωστεί μαζί με τα φυσέκια
να σύρει πίσω της Σουλιώτισες μπουλούκι
να στείλουν τους Τουρκαλβανούς στο διάολο
μην καυχηθεί ο Αλή πασάς πως έριξε το Σούλι
κρατώντας στο δεξί σαν τρόπαιο
τούτο το σμιλεμένο τζοβαΐρι

η κυρά Μόσχω η Τζαβέλαινα
που όμοια γυναίκα δεν ματάειδε στη θωριά
το όμορφο παλικάρι από την Πάφο

και τώρα κάθεται στην άκρη του γιαλού
και την θυμάται
στην Κύπρο την ατίμητη πατρίδα του
που πάλι τον επέστρεψε σε μια στροφή της
σπλαχνικά η μοίρα.