Να’ τοι, κρατούν την ελευθερία
από τα αυτιά τη μύτη και τη γλώσσα.
Στις απόκριες φορούν μάσκες αρπαχτικών
και τις τρώνε ωμά τα σωθικά.
Ανοίγουν δυνατά το ραδιόφωνο
να μην ακούγονται τα ουρλιαχτά της.
Έπειτα φορούν ταγέρ, κoστούμια
και γραβάτες. Οδεύουν κομψοί στο θέατρο.
Στα παρασκήνια οι μαριονέτες
κόψαν με τα σκοινιά τους τα δάχτυλα
του κουκλοπαίχτη.
Στάθηκαν στα πόδια τους. Είδε η μία
το πραγματικό ύψος της άλλης κι αναθάρρησαν.
Έκαναν τα πρώτα βήματα.
Πίσω τους σέρνονταν μελανιασμένοι
οι δείκτες που χρόνια τώρα
τις υποδείκνυαν ποιες είναι.
Τώρα τραβούν το δρόμο τους.
Κι εκείνος για ανταμοιβή μακραίνει.
(Από την ποιητική συλλογή, Σκιά με κόκαλα)