Μετέωρος πάλι
στίς βραχώδεις ρωγμές του στίχου.
Ν’αφουγκραστείς απ’ τα έγκατα
τα ελάχιστα και τα μέγιστα,
τα νοητά κι απερινόητα του κόσμου.
Θα συναντηθείς
με τον εαυτόν σου,
με την δική σου ματαιότητα
και μοναχός θα ματώσεις.
Εδώ στην ατσάλινη πόλη-
εξόριστος στον χρόνο-
δειλός κι αδιάφορος για μια χειραψία,
για το αισθαντικό κάλλος
μιας προσέγγισης.
Κι εσύ ποίημα λειψό
απόψε καρκινοβατείς.
Στην δεσποτεία του άρρητου λόγου
πεισματικά μ’αντιπαλεύεις.
Κι η δυσαρέσκεια τ’ουρανού
κι ο θάνατος πλάι μου.