Ποίημα αναστατωμένο – της Κλεοπάτρας Λυμπέρη

Ο χρόνος δεν έχει αρχή ούτε τέλος – στο ενδιάμεσο ακούγεται η ζωή σε

ταραχή, με φωνές και ωδεία, εντούτοις, σωστό συντακτικό,

στίξεις, γραμματικές, ωραίες ιαχές.

 

Όλες οι φλόγες έρχονται κατά δω

να  καώ:

        H ποιητής-κωδωνοκρούστης κωδωνίζει

        τη λέξη ποθώ

Tι Πλειάδεσι καμοί;/ Τι δ’ αστράσι Βοώτεω; Εγώ εσένα

θέλω αγάπη μου, στην τράπεζά μου ν’ ανεβαίνεις, να τρως,

να πίνεις, να μεθάς, βαθιά κουτάλια-χάδια να βυθίζεις

στην ύλη μου, όταν ξεχειλίζω νερά και πνίγομαι

και στον πόθο γίνομαι

σαν πεινασμένη φυλή της Ασίας.

Αυτά του έλεγα· μέσα μου έλεγε το δαιμόνιον:

Τι είναι η συνουσία; από ύλη; από ψυχή; από πνεύμα

που μάζεψε όλες τις λέξεις των ανθρώπων;

 

Ο έρως είναι το δεν είμαι, βεβαιωμένα, ο έρως είναι

η επί του σώματος συντριβή – αχ, σώμα,  φθαρτό και να ’χεις

τόση εξουσία!

(Εντούτοις, η ποιητής δικαιούται τον έρωτα να επικαλεστεί

πριν στον αστερισμό της αποσυρθεί)

 

(απόσπασμα από την υπό έκδοση συλλογή Το δεν είμαι ακόμα)